frappé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | frappé | frappés |
θηλυκό | frappée | frappées |
frappé (fr)
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
frappé (it)