génito-urinaire
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
génito-urinaire | génito-urinaires |
Επίθετο[επεξεργασία]
génito-urinaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
génito-urinaire | génito-urinaires |
génito-urinaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό