génois
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | génois | génois |
θηλυκό | génoise | génoises |
Επίθετο[επεξεργασία]
génois (fr)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη Gênes