géologue
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
géologue | géologues |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
géologue (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη géologie
ενικός | πληθυντικός |
géologue | géologues |
géologue (fr) αρσενικό ή θηλυκό