gibberish
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
gibberish (en)
- ασυναρτησία, φράσεις ή ήχοι δίχως νόημα, άρες μάρες, αρλουμπολόγημα
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
gibberish (en)
- ασυνάρτητος, αρλουμπολόγος (και παπάρας όμως η λέξη παπάρας εμφανίζει ευρύτερη νοηματική αντιπροσώπευση)