gliti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

gliti < glit- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα gliti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας glitas glitanta glitata
αόριστος glitis glitinta glitita
μέλλοντας glitos glitonta glitota
υποθετική glitus - -
προστακτική glitu - -

gliti (eo)



Ίντο (io)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

gliti (io)