grégaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
grégaire grégaires

Επίθετο[επεξεργασία]

grégaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό