grammatical
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | grammatical | grammaticaux |
θηλυκό | grammaticale | grammaticales |
Επίθετο[επεξεργασία]
grammatical (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | grammatical | grammaticaux |
θηλυκό | grammaticale | grammaticales |
grammatical (fr)