grandega
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | grandega | grandegaj |
αιτιατική | grandegan | grandegajn |
grandega (eo)
- la statuo estas grandega - το άγαλμα είναι πελώριο