gratte-ciel

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

gratte-ciel (fr) αρσενικό (πληθυντικός gratte-ciel, παραμένει το ίδιο επειδή το gratte είναι ρήμα)