grenadier
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɡʁə.na.dje/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
grenadier | grenadiers |
grenadier (fr) αρσενικό
- η ροδιά
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη grain