grippal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | grippal | grippaux |
θηλυκό | grippale | grippales |
Επίθετο[επεξεργασία]
grippal (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | grippal | grippaux |
θηλυκό | grippale | grippales |
grippal (fr)