half-time
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
- το ημίχρονο, το διάλειμμα ανάμεσα στα δύο μέρη ενός αγώνα
- ↪ The entertainment during the Super Bowl half-time this year was over the top.
- Το θέαμα κατά τη διάρκεια του ημιχρόνου του Σούπερ Μπόουλ φέτος ήταν ακραίο.
- ↪ The entertainment during the Super Bowl half-time this year was over the top.