halo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
halo | halos |
halo (fr) αρσενικό
- η άλως
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επιφώνημα[επεξεργασία]
halo (pl)
- (προσφώνηση) προσφώνηση κάποιου στο τηλέφωνο: εμπρός! λέγετε! ναι!