happen
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενεστώτας | happen |
γ΄ ενικό ενεστώτα | happens |
αόριστος | happened |
παθητική μετοχή | happened |
ενεργητική μετοχή | happening |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- happen < < (κληρονομημένο) μέση αγγλική happenen < hap / happe + en < παλαιά νορβηγική happ < πρωτογερμανική **hampijaną < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *kob- (καλοτυχία, επιτυχία)
Ρήμα[επεξεργασία]
happen (en)
- (αμετάβατο) συμβαίνει, γίνομαι
- ↪ What happened next?
- Τι συνέβη μετά;
- ↪ Tell me all that happened between you.
- Πες μου όλα όσα συνέβησαν μεταξύ σας.
- ↪ It happened like this.
- Συνέβη ως εξής.
- ↪ What has happened to her?
- Τι της έχει συμβεί;
- ↪ This happens rarely/often.
- Αυτό συμβαίνει σπάνια/συχνά.
- ≈ συνώνυμα: come about, go on, occur και take place
- ↪ What happened next?
- (μεταβατικό) συμβαίνει να, είμαι ή κάνω κάτι τυχαία
- ↪ I happened to meet him.
- Συνέβη να τον συναντήσω.
- ↪ It just so happens that I need money.
- Συμβαίνει να έχω ανάγκη χρημάτων.
- ↪ I happened to meet him.
Παράγωγα[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- happen - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 835. ISBN 9780194325684., λήμμα: συμβαίνω
Κατηγορίες:
- Ρήματα που κλίνονται όπως το 'ask' (αγγλικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά νορβηγικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ρήματα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)