hypermétrope
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /i.pɛʁ.me.tʁɔp/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hypermétrope | hypermétropes |
hypermétrope (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
hypermétrope | hypermétropes |
hypermétrope (fr) αρσενικό ή θηλυκό