illicite
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
illicite | illicites |
Επίθετο[επεξεργασία]
illicite (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
illicite | illicites |
illicite (fr) αρσενικό ή θηλυκό