implantation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
implantation | implantations |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
implantation (fr) θηλυκό
- η εγκατάσταση σε έναν τόπο
- η εμφύτευση
ενικός | πληθυντικός |
implantation | implantations |
implantation (fr) θηλυκό