individua
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | individua | individuaj |
αιτιατική | individuan | individuajn |
individua (eo)
- ατομικός, προσωπικός, σχετικός με ένα άτομο