insécurité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
insécurité | insécurités |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
insécurité (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
insécurité | insécurités |
insécurité (fr) θηλυκό