interdépendant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɛ̃.tɛʁ.de.pɑ̃.dɑ̃/
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | interdépendant | interdépendants |
θηλυκό | interdépendante | interdépendantes |
interdépendant (fr) αρσενικό