jambe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
jambe | jambes |
jambe (fr) θηλυκό
- η κνήμη
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- en croisant les jambes - σταυροπόδι