komórka

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /kɔ̃ˈmurka/
 


Ουσιαστικό[επεξεργασία]

komórka (pl) θηλυκό

  1. το κύτταρο
  2. το κελάρι
  3. (λαϊκό) το κινητό τηλέφωνο