kondom-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

kondom- < αγγλική condom, γερμανική Kondom

Ρίζα[επεξεργασία]

kondom- (eo)

Παράγωγα[επεξεργασία]