libellus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- libellus < liber + κατάληξη υποκοριστικού -lus
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
libellus αρσενικό
Κλίση[επεξεργασία]
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | libellus | libellī |
γενική | libellī | libellōrum |
δοτική | libellō | libellīs |
αιτιατική | libellum | libellōs |
κλητική | libelle | libellī |
αφαιρετική | libellō | libellīs |