limoneux
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | limoneux | limoneux |
θηλυκό | limoneuse | limoneuses |
Επίθετο[επεξεργασία]
limoneux (fr)
- που περιέχει ιλύ
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | limoneux | limoneux |
θηλυκό | limoneuse | limoneuses |
limoneux (fr)