livraria
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
livraria | livrarias |
livraria (pt) θηλυκό
- το βιβλιοπωλείο
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
livraria | livrarias |
livraria (pt) θηλυκό