lume
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lume (pt)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lume (ro) θηλυκό
- ο κόσμος
- η ανθρωπότητα
- οι άνθρωποι, ο κόσμος, το πλήθος