m

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Διεθνείς όροι[επεξεργασία]

Σύμβολο[επεξεργασία]

  1. συντομογραφία του metre / meter: μέτρο / μέτρα (μ), η μονάδα μέτρησης στο Διεθνές Σύστημα Μονάδων
  2. συντομογραφία του προθήματος μονάδας milli-



Αζεριανά (az)[επεξεργασία]

Χαρακτήρας[επεξεργασία]

m

  m

  • γράμμα του αζεριανού αλφάβητου
Αζεριανό αλφάβητο
Αραβικό Λατινικό Κυριλικό Λατινικό IPA
—1918 1918—-1939 1958—-1991 1991—
M m М м M m
ΔΦΑ : /m/



Αρχαία αιγυπτιακά (egy)[επεξεργασία]

Πρόθεση[επεξεργασία]

m

Ιερογλυφικά[επεξεργασία]

m