magnetofono
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- magnetofono < magnetofon- + -o
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | magnetofono | magnetofonoj |
αιτιατική | magnetofonon | magnetofonojn |
magnetofono (eo)
- το μαγνητόφωνο