mefito
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | mefito | mefitoj |
αιτιατική | mefiton | mefitojn |
mefito (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | mefito | mefitoj |
αιτιατική | mefiton | mefitojn |
mefito (eo)