mentonnière
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
mentonnière | mentonnières |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mentonnière (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
mentonnière | mentonnières |
mentonnière (fr) θηλυκό