meringue
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
meringue | meringues |
meringue (fr) αρσενικό
- η μαρέγκα
ενικός | πληθυντικός |
meringue | meringues |
meringue (fr) αρσενικό