miette
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
miette | miettes |
miette (fr) θηλυκό
- το ψίχουλο
ενικός | πληθυντικός |
miette | miettes |
miette (fr) θηλυκό