mistifiki

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

mistifiki < mistifik- + -i

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα mistifiki
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας mistifikas mistifikanta mistifikata
αόριστος mistifikis mistifikinta mistifikita
μέλλοντας mistifikos mistifikonta mistifikota
υποθετική mistifikus - -
προστακτική mistifiku - -

mistifiki (eo)