mitre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
mitre | mitres |
mitre (en) (βρετανική γραφή) & miter (αμερικανική γραφή)
- (θρησκεία) η μίτρα
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
mitre | mitres |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
mitre (fr) θηλυκό
- (θρησκεία) η μίτρα