mnémotechnique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /mne.mɔ.tɛk.nik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
mnémotechnique | mnémotechniques |
mnémotechnique (fr) αρσενικό ή θηλυκό