monosyllabique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /mɔ.nɔ.si.la.bik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
monosyllabique | monosyllabiques |
monosyllabique (fr) αρσενικό ή θηλυκό