morphologie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- morphologie < αρχαία ελληνική μορφή + -λογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /moʁ.fɔ.lɔ.ʒi/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
morphologie θηλυκό