mutatis
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
mutatis αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο
- δοτική και αφαιρετική πληθυντικού του mutatus· μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος la