nécrophage
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- nécrophage < αρχαία ελληνική νεκροφάγος
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
nécrophage | nécrophages |
nécrophage (fr) αρσενικό ή θηλυκό