négresse
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
négresse | négresses |
négresse (fr) θηλυκό
- η νέγρα
ενικός | πληθυντικός |
négresse | négresses |
négresse (fr) θηλυκό