noctambule

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
noctambule noctambules

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

noctambule (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. o υπνοβάτης
  2. o ξενύχτης