observatorio
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | observatorio | observatorioj |
αιτιατική | observatorion | observatoriojn |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
observatorio (eo)
- το παρατηρητήριο
- το αστεροσκοπείο
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
observatorio | observatorios |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
observatorio (es) αρσενικό
- το παρατηρητήριο
- (αστρονομία) το αστεροσκοπείο