ocupado
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | ocupado | ocupados |
θηλυκό | ocupada | ocupadas |
Επίθετο[επεξεργασία]
ocupado (es)
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | ocupado | ocupados |
θηλυκό | ocupada | ocupadas |
Επίθετο[επεξεργασία]
ocupado (pt)