oleandro
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | oleandro | oleandroj |
αιτιατική | oleandron | oleandrojn |
oleandro (eo)
- (φυτό) η πικροδάφνη