oportunidad
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ισπανικά (es)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
oportunidad | oportunidades |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
oportunidad (es) θηλυκό
- η ευκαιρία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
oportunidad | oportunidades |
oportunidad (es) θηλυκό