optimisme
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
optimisme | optimismes |
optimisme (fr) αρσενικό
- (φιλοσοφία) ο οπτιμισμός
- η αισιοδοξία