origini

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα origini
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας originas originanta originata
αόριστος originis origininta originita
μέλλοντας originos originonta originota
υποθετική originus - -
προστακτική originu - -

origini (eo) el

mi originas el Greklando - κατάγομαι από την Ελλάδα




Ίντο (io)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

origini (io)




Ιταλικά (it)[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
origine origini

origini (it)