périhélie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
périhélie | périhélies |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
périhélie (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
périhélie | périhélies |
périhélie (fr) θηλυκό